Παρασκευή 21 Μαΐου 2010

Όταν τα υστερόγραφα παλιώνουν.....

21/05/1970

Σήμερα έχω ένα απαίσιο προαίσθημα.Από το πρωί νιώθω ότι κάτι θα μου συμβεί.Όσο περνά η μέρα γίνεται όλο και πιο επίπονο,όλο και πιο βασανιστικό……Το πήρα απόφαση…Σήμερα θα κάνω ό,τι δεν φανταζόμουν πως μπορεί να κάνει ένας κανονικός άνθρωπος σε μια καθημερινή.Θα ερωτευτώ το δεύτερο αγόρι που θα συναντήσω στο δρομάκι πίσω από το φανάρι.Θα ακουμπήσω το φεγγάρι και μετά θα το διεκδικηθώ.Θα χορέψω στο δρόμο με έναν ιππότη.Και για φινάλε…θα πετάξω!





21/05/10

Ήμουν μόλις είκοσι…Ποιος να φανταστεί ότι ένας φυσιολογικός άνθρωπος θα κατάφερνε να ζήσει τη μαγεία της πραγματικότητας ;…Σαν σήμερα το θυμάμαι…Ο κόσμος έστελνε ακόμη γράμματα….Έγραφε μουσικές και τις τραγουδούσε κάτω από παραθύρια .Εκείνο το απόγευμα φουριόζα ετοιμάστηκα και κατέβηκα στο δρόμο…Φυσούσε πολύ, η θάλασσα ήταν αγριεμένη...Ακόμη θυμάμαι στο σώμα μου το αλάτι και τον αέρα που διαπερνούσε το φόρεμά μου...Ο ήλιος έδυε…Οι νησιώτες έτρεχαν πάνω κάτω και από κοντά και κάποιοι ξεχασμένοι τουρίστες. Το βλέμμα μου στάθηκε σε έναν όμορφο ηλιοκαμένο άντρα…Μάζευε τα τελευταία του δίκτυα Μου χαμογέλασε και για κάποια δευτερόλεπτα χάζεψα στην ιδέα του άσπρου μου φουστανιού πάνω στο σκούρο δέρμα του……Ήμουν μόλις είκοσι…Περπατούσα για κάποια ώρα και χάθηκα στα νερά που σιγά σιγά άλλαζαν χρώμα….Λίγο αργότερα όμως, μου ήταν δύσκολο να διακρίνω τη θάλασσα, γιαυτό αρκέστηκα στο να με συνοδεύει μόνο ο ήχος της….Έκατσα σε ένα παγκάκι απέναντι από το φεγγάρι …Όταν ένα ενοχλητικό αγόρι χάλασε τις σκέψεις της θέας μου…Με ρώτησε με όλη του την αναίδεια αν ήθελα να δω το φεγγάρι μαζί του…Ενοχλημένη αρνήθηκα…Όταν πήρε το χέρι μου και το φίλησε. Ένιωσα το σώμα μου να υπακούει στα κύματά του…Από πότε με κολάκευαν οι αγενείς πρωτοβουλίες; Λίγα λεπτά αργότερα βρέθηκα σε ένα μέρος που δεν ήξερα ότι υπάρχει στο νησί μου…Ανέβηκα σε κάτι βράχια και μου έδειξε μια τεράστια τρύπα με νερό…Στην αρχή δεν καταλάβαινα… Κράτησε σφιχτά τα χέρια του γύρω από τη μέση μου, με σήκωσε λίγα εκατοστά πάνω από το έδαφος και με έκανε στην άκρη…Τα μάτια του……Νόμιζα ότι θα χάσω την ισορροπία μου(αλλά και πάλι θα έπεφτα στην αγκαλιά του )Μου είπε να κοιτάξω τώρα…Δεν μπορούσα να το πιστέψω…Το νερό ήταν ολόχρυσο…Ήταν ολοστρόγγυλο…Μου είπε ότι δεν άξιζα να βλέπω το φεγγάρι από τόσο μακριά…Μετά από ένα ξαφνικά προσδοκώμενο χειροφίλημα έφυγε…Έσκυψα πάνω από το νερό και πέρασα το χέρι μου μέσα στις κρύες σταγόνες…Κράτησα το νερό στις παλάμες μου και το άφησα να στάξει στο χώμα…Όταν με μανία χτύπαγα τα χέρια μου στο νερό και……..έσπασα την πιο όμορφη Πανσέληνο…Άρχισα να κλαίω χωρίς να ξέρω γιατί…Ήταν μάταιο, τα δάκρυά μου δεν θα την ξανάφερναν πίσω…Γύρισα να φύγω …ήταν εκεί…Δεν είχε φύγει…Με κράτησε από τους ώμους και φίλησε τα χείλη μου…Του ζήτησα συγγνώμη που χάλασα κάτι τόσο όμορφο…..Δεν ξέρω αν έτρεμε η φωνή ή το σώμα μου…Μόνο ένα ήξερα ότι δεν μπορούσα να ξεκολλήσω από πάνω του …Αλλά ούτε εκείνος…Πέρασε με το χέρι του τα δικά μου στη μέση του…Χόρευα με έναν ιππότη κάτω απ’την έγκριση μιας απειλητικής ομορφιάς…Με κοίταξε χαμογελώντας και μου είπε πως δεν κατέστρεψα τελείως τη θέα της σκέψης του…Πράγματι…είχαν μείνει λίγες σταγόνες…

Υ.Γ. αρκετές για να έχω την αίσθηση ότι πετάω…